Τι είναι η φλεγμονώδης εντερική νόσος


Ο όρος «φλεγμονώδης εντερική νόσος (ΦΕΝ)» αναφέρεται σε χρόνιες παθήσεις που έχουν ως κύριο γνώρισμα τη φλεγμονή της γαστρεντερικής οδού. Η νόσος του Κρον και η ελκώδης κολίτιδα είναι δύο διαφορετικές αλλά παρόμοιες παθήσεις που υπάγονται σε αυτή την κατηγορία.

Η φλεγμονώδης εντερική νόσος δεν έχει σαφή αίτια. Όπως τα άλλα φλεγμονώδη νοσήματα, έτσι και η φλεγμονώδης εντερική νόσος είναι κληρονομική. Πιστεύεται ότι πλήττει άτομα με προδιάθεση, τα οποία εκτίθενται σε ένα περιβαλλοντικό ερέθισμα που πυροδοτεί τη φλεγμονή. Το ανοσοποιητικό σύστημα του εντέρου αδυνατεί να καταστείλει τη φλεγμονή, γεγονός που προκαλεί εξάρσεις και υφέσεις εφ’ όρου ζωής.

Παρότι η νόσος του Κρον και η ελκώδης κολίτιδα διαγιγνώσκονται σε παιδιά 4-5 ετών, συνήθως εμφανίζονται στην προεφηβική, την εφηβική και την πρώιμη ενήλικη ζωή. Η φλεγμονή της ελκώδους κολίτιδας περιορίζεται στο παχύ έντερο και πλήττει μόνο την εσωτερική του στιβάδα.

Μερικά άτομα υποφέρουν από φλεγμονή που πλήττει όλο το παχύ έντερο, ενώ άλλα έχουν μόνο ορθική φλεγμονή. Σε γενικές γραμμές, πλήττονται κυρίως το ορθό και οι κατώτερες μοίρες του εντέρου. Υπάρχει τεράστια ποικιλομορφία όσον αφορά στη σφοδρότητα και την αντίδραση στη φαρμακοθεραπεία. Τα άτομα που πάσχουν από ελκώδη κολίτιδα μπορεί να εμφανίσουν φλεγμονή στα μάτια, στις αρθρώσεις και στο δέρμα.

Η νόσος του Κρον μπορεί να πλήξει οποιοδήποτε τμήμα της γαστρεντερικής οδού ενός παιδιού, από το στόμα μέχρι τον πρωκτό (και όχι μόνο το παχύ έντερο). Αυτή η φλεγμονή πλήττει όλες τις στιβάδες του εντερικού τοιχώματος (και όχι μόνο την εσωτερική, όπως η ελκώδης κολίτιδα) και συνήθως είναι διανεμημένη ανομοιογενώς – υγιή τμήματα του εντέρου εναλλάσσονται με φλεγμονώδη. Η προσβολή του λεπτού εντέρου εμποδίζει τη φυσιολογική απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών, προκαλώντας διατροφικές ανεπάρκειες και προβλήματα ανάπτυξης. Επίσης, πολλά άτομα που πάσχουν από τη νόσο του Κρον, εμφανίζουν δυσανεξία στη λακτόζη.

Το παιδί που πάσχει από νόσο του Κρον, μπορεί να παρουσιάσει φλεγμονή στα μάτια, στο δέρμα και στις αρθρώσεις, η οποία δύναται να προηγείται οποιασδήποτε άλλης εμφανούς εμπλοκής της γαστρεντερικής οδού. Η ένταση των συμπτωμάτων διαφέρει από άτομο σε άτομο. Οι εξάρσεις και υφέσεις είναι συχνό φαινόμενο.

Πώς εκδηλώνεται η φλεγμονώδης εντερική νόσος;

Ελκώδης κολίτιδα

  • Κόπρανα με βλέννα και αίμα. Συχνά, τα κόπρανα είναι διαρροϊκά και χάνονται μεγάλες ποσότητες αίματος.
  • Τα συμπτώματα εμφανίζονται αιφνιδίως και εξελίσσονται γρήγορα.
  • Ο πόνος στην κοιλιακή χώρα, η ανορεξία, τα συμπτώματα στις αρθρώσεις, η φλεγμονή στα μάτια και η απώλεια βάρους είναι συνήθεις ενδείξεις. Λιγότερο συνήθη συμπτώματα είναι ο πυρετός, ο εμετός και οι αλλοιώσεις στο δέρμα.
  • Σε σοβαρές περιπτώσεις, το παιδί μπορεί να εμφανίσει τοξικό μεγάκολο. Πρόκειται για διαστολή του παχέος εντέρου, η οποία προκαλεί προδιάθεση για διάτρηση και σοβαρή μόλυνση.
  • Πολλαπλές εξάρσεις και υποτροπιασμοί.
  • Νόσος του Κρον.
  • Ιστορικό χρόνιου κοιλιακού άλγους, ανορεξίας, απώλειας βάρους, διάρροιας ή πενιχρής ανάπτυξης.
  • Μπορεί να υπάρχει αίμα στα κόπρανα, ναυτία και εμετός, κόπωση, αποστήματα ή έλκη κοντά στον πρωκτό, έλκη στη στοματική κοιλότητα, πυρετός, επώδυνες ή πρησμένες αρθρώσεις, φλεγμονή στα μάτια και, σπάνια, δερματικά εξανθήματα που συνδέονται με τη ΦΕΝ.
  • Καθυστερημένη εφηβεία.
  • Αν πλήττεται σε μεγάλο βαθμό το παχύ έντερο, το παιδί μπορεί να έχει επείγουσα αίσθηση κένωσης πριν από την κένωση (θα αισθάνεται ότι πρέπει να αφοδεύσει, ειδάλλως τα κόπρανά του θα αποβληθούν παρά τη θέλησή του) ή πόνο κατά την αφόδευση.
  • Η πάχυνση του εντερικού τοιχώματος μπορεί να προκαλέσει στένωση στον αυλό του εντέρου, οδηγώντας σε απόφραξη.

Πώς διαγιγνώσκεται η φλεγμονώδης εντερική νόσος;

Δύο εξετάσεις είναι χρήσιμες για την αξιολόγηση των ενδείξεων της φλεγμονής στη γαστρεντερική οδό: η ακτινογραφία με χορήγηση βαρίου και η ενδοσκόπηση. Η ακτινογραφία με χορήγηση βαρίου αποκαλύπτει το εντερικό τοίχωμα. Το παιδί θα λάβει υποκλυσμό με βάριο, ο οποίος περνά από το ορθό και το παχύ έντερο, καθώς και ένα βαριούχο γεύμα, του οποίου η πορεία παρακολουθείται από τον οισοφάγο, το στομάχι και το λεπτό έντερο.

Πρόκειται για τη λεγόμενη εξέταση άνω γαστρεντερικού συστήματος. Η ενδοσκόπηση του άνω και κατώτερου πεπτικού συστήματος είναι πιο επεμβατικές εξετάσεις και προϋποθέτουν γενική αναισθησία, καθώς και ειδική προετοιμασία του εντέρου. Η ενδοσκόπηση του άνω γαστρεντερικού περιλαμβάνει εισαγωγή ενός μακριού, εύκαμπτου τηλεσκοπίου στον οισοφάγο, το στομάχι και το δωδεκαδάκτυλο (πρώτο τμήμα του λεπτού εντέρου).

Ο παιδίατρος ή ο ειδικευμένος γιατρός θα αξιολογήσουν το τοίχωμα της πεπτικής οδού και τις βιοψίες (μικρά δείγματα ιστών). Η εξέταση των βιοψιών στο μικροσκόπιο αποκαλύπτει λεπτομερείς πληροφορίες για τη φλεγμονή σε κυτταρικό επίπεδο. Κατά παρόμοιο τρόπο, μέσω της ενδοσκόπησης του κατώτερου πεπτικού, αξιολογείται το ορθό, το παχύ έντερο και συχνά ένα μικρό μέρος του τελικού ειλεού (τελευταίο τμήμα του λεπτού εντέρου).

Τόσο οι εξετάσεις με βάριο όσο και η ενδοσκόπηση είναι σημαντικές για την επισφράγιση της διάγνωσης της νόσου του Κρον. Στην ελκώδη κολίτιδα, η κολονοσκόπηση είναι η πιο αξιόπιστη διαγνωστική μέθοδος. Ο βαριούχος υποκλυσμός είναι άλλη μια χρήσιμη εξέταση. Πολλά παιδιά με νόσο του Κρον εμφανίζουν αναιμία εξαιτίας της παρατεταμένης απώλειας αίματος και της πενιχρής απορρόφησης του σιδήρου, της βιταμίνης Β12 και του φολικού οξέος.

Οι εξετάσεις αίματος του παιδιού αποκαλύπτουν φλεγμονή και αναιμία. Ενίοτε, άλλοι δείκτες που συνδέονται με την κακή διατροφή, αποκαλύπτονται στις εξετάσεις αίματος εξαιτίας της πλημμελούς απορρόφησης των τροφών. Στην ελκώδη κολίτιδα, οι εξετάσεις αίματος αποκαλύπτουν παρόμοιες ενδείξεις φλεγμονής και αναιμίας, όπως συμβαίνει και στη νόσο του Κρον. Σε γενικές γραμμές, η ελκώδης κολίτιδα δεν συνδέεται με την πλημμελή απορρόφηση των τροφών.

Συνεπώς, τα αποτελέσματα της εξέτασης ορού για την ανίχνευση διατροφικών ανεπαρκειών είναι φυσιολογικά. Επειδή οι χρόνιες μολύνσεις έχουν κοινά συμπτώματα με τη ΦΕΝ, τα δείγματα κοπράνων είναι ο παράγοντας που διαφοροποιεί τις δυο παθήσεις: στη ΦΕΝ δεν υπάρχουν στοιχεία βακτηριακής ή παρασιτικής μόλυνσης. Σε ένα μικρό ποσοστό (μικρότερο του 20%), αρχικά ο παιδίατρος αδυνατεί να διακρίνει την ελκώδη κολίτιδα από τη νόσο του Κρον. Ο όρος «ακαθόριστη κολίτιδα» χρησιμοποιείται συχνά, μέχρις ότου γίνει πιο συγκεκριμένη διάγνωση.

Πώς αντιμετωπίζεται η φλεγμονώδης εντερική νόσος;

Είτε το παιδί σας πάσχει από ελκώδη κολίτιδα είτε από νόσο του Κρον, η χρόνια πάθηση αποτελεί μεγάλη πρόκληση. Το παιδί θα απουσιάζει συχνά από το σχολείο, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει αρκετές δυσκολίες. Εσείς και η οικογένειά σας θα πρέπει να ενημερώσετε τους συνομηλίκους, τους δασκάλους και τα άλλα μέλη της οικογένειας, ώστε να αποφεύγονται τα δυσάρεστα περιστατικά. Πρέπει να επιβάλετε τη διαφορετική μεταχείριση του παιδιού σας.

Μπορείτε να ζητήσετε υποστήριξη από τον παιδίατρο και το γαστρεντερολόγο. Νόσος του Κρον. Δεν υπάρχει οριστική θεραπεία. Η θεραπεία του παιδιού αποσκοπεί στον έλεγχο των συμπτωμάτων, στη βελτίωση της διατροφής και στην εξασφάλιση της φυσιολογικής ανάπτυξης και εφηβείας. Ο γιατρός θα επιλέξει τη θεραπευτική αγωγή βάσει της σφοδρότητας και της θέσης της εντερικής φλεγμονής. Η διατροφή είναι σημαντικός παράγοντας και το παιδί πρέπει να παροτρύνεται να ακολουθεί ισορροπημένη δίαιτα.

Αν η ανάπτυξή του είναι ανεπαρκής, μπορεί να λαμβάνει υγρά τη νύχτα μέσω ενός ρινογαστρικού σωλήνα ή ενός σωλήνα γαστροστομίας. Αν η νόσος είναι ήπια, το παιδί μπορεί να λαμβάνει σαλικυλικά φάρμακα, όπως η σουλφασαλαζίνη και τα 5-ASA (5-αμινοσαλικυλικό οξύ), σε χάπια, υπόθετα ή υποκλυσμό. Αν το παιδί έχει πιο εκτεταμένη φλεγμονή, μπορεί να κάνει θεραπεία με στεροειδή, όπως η πρεδνισόνη ή η βουδεσονίδη με υποκλυσμό, χάπια ή ενδοφλεβίως. Τα στεροειδή είναι ισχυρά φάρμακα και η χρόνια χρήση τους έχει πολλές παρενέργειες.

Συνεπώς, η πρόκληση στη θεραπεία της νόσου του Κρον είναι η μείωση της χρήσης των στεροειδών. Τελικά, το παιδί μπορεί να καταλήξει σε φάρμακα που επιδρούν στη φλεγμονή, όπως η αζαθειοπρίνη, η μεθοτρεξάτη και η ινφλιξιμάβη. Ενίοτε, η θεραπεία με αντιβιοτικά (μετρονιδαζόλη ή σιπροφλοξακίνη) είναι εξίσου χρήσιμη στην καταπολέμηση των συμπτωμάτων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η φλεγμονή μπορεί να είναι τόσο σοβαρή, ώστε το παιδί θα πρέπει να μπει στο νοσοκομείο για ανάπαυση του εντέρου και ενδοφλέβια χορήγηση σίτισης και στεροειδών. Ενίοτε, απαιτείται χειρουργική επέμβαση.

Όταν τα άτομα που πάσχουν από νόσο του Κρον εμφανίζουν στένωση στο έντερο, η χειρουργική αφαίρεση της προβληματικής περιοχής είναι ευεργετική. Αν αφαιρεθεί το παχύ έντερο, είναι γνωστό ότι υπάρχει αυξημένη επικινδυνότητα καρκίνου παχέος εντέρου κατά την ενήλικη ζωή. Σε αυτή την περίπτωση, το παιδί πρέπει να παρακολουθείται τακτικά από γαστρεντερολόγο. Ελκώδης κολίτιδα. Η ήπια ελκώδης κολίτιδα αντιμετωπίζεται με σαλικυλικά 5-ASA ή σουλφασαλαζίνη.

Τα πιο σοβαρά περιστατικά χρήζουν εισαγωγής στο νοσοκομείο, μετάγγισης αίματος, ανάπαυσης εντέρου και ενδοφλέβιας σίτισης. Ενίοτε, μπορεί να χρησιμοποιηθούν ισχυροί άνοσοι διαμορφωτές, όπως η κυκλοσπορίνη και η αζαθειοπρίνη, προκειμένου να μειωθεί η χρήση των στεροειδών. Αν το παιδί δεν ανταποκρίνονται στα στεροειδή ή παρουσιάζει επανειλημμένες εξάρσεις κατά τη διακοπή των στεροειδών, ενδέχεται να κριθεί αναγκαία η χειρουργική αφαίρεση του παχέος εντέρου. Η κολεκτομή (χειρουργική αφαίρεση τμήματος ή όλου του παχέος εντέρου) μπορεί να χρειαστεί δύο διαφορετικές επεμβάσεις, αλλά ενδέχεται να αποδειχθεί θεραπευτική.

Αν το παιδί σας δεν υποβληθεί σε κολεκτομή, θα έχει αυξημένη επικινδυνότητα για καρκίνο παχέος εντέρου καθώς πλησιάζει στην ενήλικη ζωή. Η τακτική κολονοσκόπηση συνιστάται σε όποιον πάσχει από ελκώδη κολίτιδα για πάνω από 10 χρόνια.