Αιμορραγικός πυρετός Ebola

Εισαγωγή- Μετάδοση- Επιδημιολογία

Ο αιμορραγικός πυρετός Ebola (Ebola Virus Disease, EVD) είναι μια σπάνια, σοβαρή, συχνά θανατηφόρα και με ισχυρή λοιμογόνο δύναμη λοίμωξη. Προκαλείται από τον ιό Ebola που ανήκει στην οικογένεια Filoviridae (filovirus) και περιλαμβάνει τα είδη Bundibugyo, Taï Forest (πρώην Ivory Coast), Reston, Sudan και Zaire. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1976 με επιδημίες στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και στο Σουδάν. Έκτοτε έχουν αναφερθεί επιδημίες στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (1977, 1995, 2007, 2008, 2012), στο Σουδάν (1979, 2004), στη Γκαμπόν (1994, 1996, 2001, 2002), στην Ουγκάντα (2000, 2007, 2011, 2012), στη Δημοκρατία του Κονγκό (2001, 2002, 2003, 2005). Το 1994 αναφέρθηκε ένα κρούσμα από το είδος Taï Forest στην Ακτή Ελεφαντοστού σε έναν εργαζόμενο σε εργαστήριο που μολύνθηκε κατά τη διάρκεια μια αυτοψίας σε ένα μολυσμένο χιμπατζή. Ο ασθενής ανάρρωσε και δε σημειώθηκε δεύτερο κρούσμα.

Εικόνα 1



Πηγή: WHO, 2014

Μελέτες υποδεικνύουν συσχέτιση μεταξύ των κλιματικών παραγόντων και των επιδημιών από τον EVD στον άνθρωπο. Η έναρξη των επιδημιών σχετίστηκε με συνθήκες υψηλής απόλυτης υγρασίας και χαμηλής θερμοκρασίας. Οι ιοί Ebola είναι πιο πιθανό να κατανέμονται σε περιοχές των τροπικών δασών της βροχής της Αφρικής, όπου η θερμοκρασία είναι μεσαία. Οι κλιματικοί παράγοντες σχετίζονται με τη λοίμωξη από τον ιό ebola στις νυχτερίδες, το πιθανότερο υποδόχο του ιού, σύμφωνα με τα έως σήμερα δεδομένα. Επίσης, φυτά, αρθρόποδα και άλλα ζώα θα μπορούσαν να αποτελούν υποδόχα των ιών ebola. Η εποχική μετανάστευση των νυχτερίδων μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη επαφή με άλλα ζώα και τους ανθρώπους.

Οι νυχτερίδες ως υπόδοχο του ιού εμπλέκονται στη διασταυρούμενη μεταξύ των ειδών μετάδοση στον άνθρωπο και στα άλλα πρωτεύοντα θηλαστικά, τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν ως ενδιάμεσοι ξενιστές για τη μετάδοση της λοίμωξης στον άνθρωπο. Στο παρελθόν παρατηρήθηκε ότι επιδημίες από τον EVD στον άνθρωπο είχαν συμπέσει με την κορύφωση της θνησιμότητας της νόσου στους χιμπατζήδες, στους γορίλες και σε ένα είδος αντιλόπης. Οι επιδημίες στα πρωτεύοντα θηλαστικά, με εξαίρεση τον άνθρωπο, παρατηρούνται κυρίως στο τέλος της εποχής των βροχών. Παρόλα αυτά, δεν είναι σαφές αν συνδέονται με προηγούμενες συνθήκες υγρασίας ή τρέχουσες συνθήκες ξηρασίας.

Ο ιός Ebola μεταδίδεται μέσω της άμεσης επαφής με το αίμα, τα σωματικά υγρά και τους ιστούς μολυσμένου ζώου ή ατόμου, νεκρού ή ζωντανού. Στην Αφρική, η μετάδοση της λοίμωξης επιβεβαιώθηκε μέσω του χειρισμού μολυσμένων ή νεκρών ζώων, όπως χιμπατζήδες, μαϊμούδες, γορίλες, νυχτερίδες, άγριες αντιλόπες και σκαντζόχοιρους, στα τροπικά δάση. Η μετάδοση από άτομο σε άτομο μπορεί να γίνει με την άμεση επαφή εκδοράς του δέρματος ή βλεννογόνου με το αίμα, τις εκκρίσεις, τα όργανα ή άλλα σωματικά υγρά του μολυσμένου ατόμου και με την έμμεση επαφή με περιβάλλον μολυσμένο από αυτά τα υγρά, που οδηγεί και στην περαιτέρω εξάπλωση στην κοινότητα. Επιπλέον, ο ιός Ebola είναι δυνατό να μεταδοθεί στη διάρκεια κηδειών, όπου μπορεί να υπάρξει άμεση επαφή με το μολυσμένο νεκρό σώμα. Η νόσος μπορεί να μεταδοθεί από τους άνδρες μέσω της σεξουαλικής επαφής χωρίς προφυλάξεις έως και 7 εβδομάδες μετά την ανάρρωση. Οι επαγγελματίες υγείας αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου μέσω της επαφής με ύποπτα ή επιβεβαιωμένα κρούσματα EVD, όταν δεν εφαρμόζονται ορθά τα μέτρα πρόληψης διασποράς της λοίμωξης. Κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας, ομάδες υψηλού κινδύνου αποτελούν οι επαγγελματίες υγείας, τα μέλη της οικογένειας και όσοι είχαν στενή επαφή με άτομο που πέθανε από τον αιμορραγικό πυρετό Ebola.

Η περίοδος επώασης του ιού είναι από 2 έως 21 ημέρες. Η νόσος μπορεί να εκδηλωθεί ξαφνικά με πυρετό, αίσθηση αδυναμίας, μυαλγία, πονοκέφαλο και πονόλαιμο, συμπτώματα από το γαστρεντερικό όπως έμετοι και διάρροια, εξάνθημα, δυσλειτουργία νεφρών και ήπατος και αιμορραγικές εκδηλώσεις εσωτερικών ή εξωτερικών οργάνων. Η θνητότητα της νόσου κυμαίνεται από 25% έως 90% και από το είδος Zaire από 44% έως 90%.

Το Μάρτιο του 2014, το Υπουργείο Υγείας στη Γουινέα ανακοίνωσε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) ταχύτατα εξελισσόμενη επιδημία EVD σε δασώδεις περιοχές στη νοτιοανατολική Γουινέα, αναφέροντας εκεί τα πρώτα κρούσματα και στην πρωτεύουσα Κονακρί. Έως το Μάιο, αναφέρθηκαν τα πρώτα κρούσματα στη Σιέρα Λεόνε και στη Λιβερία, όπου η μετάδοση της νόσου πιθανώς προέκυψε από τη μετακίνηση μολυσμένων ατόμων μέσω των χερσαίων συνόρων.

Εικόνα 2



Πηγή: WHO, 2014

Στις 20 Ιουλίου 2014, ένας ασθενής με συμπτώματα από τη Λιβερία ταξίδεψε με αεροπλάνο στο Λάγος, στη Νιγηρία, όπου πέθανε στις 25 Ιουλίου. Προτού διαγνωσθεί με αιμορραγικό πυρετό Ebola, μολύνθηκαν από αυτόν οι στενές επαφές του στο αεροδρόμιο και οι επαγγελματίες υγείας στο νοσοκομείο που νοσηλεύτηκε. Αυτή η συρροή κρουσμάτων στη Νιγηρία, που είχε ως αφετηρία το αεροπορικό ταξίδι ενός μολυσμένου ατόμου, οδήγησε σε τριτογενή κρούσματα στη Νιγηρία και σε μια νέα συρροή κρουσμάτων στο Port Harcourt, Rivers State, με 3 επιβεβαιωμένα κρούσματα. Μια στενή επαφή του κρούσματος από το Λάγος έφυγε από την πόλη, ενώ ήταν σε καραντίνα, για να αναζητήσει θεραπεία στο Port Harcourt. Ο ιατρός που ανέλαβε τη θεραπεία του, από την 1η έως τις 3 Αυγούστου, σε ένα ξενοδοχείο στο Port Harcourt, εμφάνισε συμπτώματα αδυναμίας και πυρετό στις 11 Αυγούστου, πέθανε στις 22 Αυγούστου και επιβεβαιώθηκε με EVD στις 27 Αυγούστου. Συνεπώς, υπάρχει έμμεση σύνδεση με το πρώτο κρούσμα στη Νιγηρία.

Από τις 30 Δεκεμβρίου 2013 έως τις 28 Σεπτεμβρίου 2014, ανακοινώθηκαν συνολικά 7178 (επιβεβαιωμένα, πιθανά και ύποπτα) κρούσματα και 3338 θάνατοι στη Δυτική Αφρική.

Πίνακας 1



World Health Organization (WHO). Ebola Response Roadmap Situation Report, 1 October 2014

Στις 26 Αυγούστου 2014, το Υπουργείο Υγείας στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό ανακοίνωσε στον ΠΟΥ επιδημία από EVD στην επαρχία Equateur. Το πρώτο κρούσμα που αναφέρθηκε (και πιθανώς πρώτο στην κοινότητα) αφορά σε μια έγκυο που πέθανε από αιμορραγικό πυρετό αγνώστου αιτιολογίας σε τοπικό νοσοκομείο. Η γυναίκα προσβλήθηκε ενώ προετοίμαζε το κρέας άγριου ζώου που είχε φέρει μετά από κυνήγι ο άντρας της, που πέθανε κι εκείνος αργότερα. Από τις 28 Ιουλίου έως τις 28 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκαν 70 κρούσματα από EVD (30 επιβεβαιωμένα, 26 πιθανά, 14 ύποπτα) συμπεριλαμβανομένων 42 θανάτων. Κανένα από τα κρούσματα δεν είχε ιστορικό ταξιδιού σε χώρες της Δυτικής Αφρικής με επιδημία σε εξέλιξη ή επαφή με άτομα από τις χώρες αυτές. Το είδος Zaïre είναι υπεύθυνο για τη συγκεκριμένη επιδημία, η οποία δε σχετίζεται με εκείνη που πλήττει τη Γουινέα, τη Λιβερία και τη Σιέρα Λεόνε.

Παρόλο που ο κίνδυνος από EVD στους ταξιδιώτες που επισκέπτονται τις πληγείσες περιοχές είναι χαμηλός, συγκεκριμένες ομάδες ταξιδιωτών, όπως οι επαγγελματίες υγείας και οι αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας θεωρούνται υψηλού κινδύνου, κρούσματα με EVD αναφέρθηκαν στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ισπανία. Ο αιμορραγικός πυρετός Ebola είναι δυνατόν να εισαχθεί στην Ευρώπη από ασθενείς με EVD που ταξιδεύουν είτε με απευθείας ή με ενδιάμεσους σταθμούς πτήσεις ή με φορτηγά αεροπλάνα ή με επιβατηγά πλοία και σπάνια από μετανάστες που φθάνουν παράνομα στις νότιες ακτές της Μεσογείου. Αν και αυτή η πιθανότητα είναι μικρή, οι επιπτώσεις στα πλοία εν πλω και στα κέντρα υποδοχής μπορεί να είναι σοβαρές. Επίσης, ασυμπτωματικοί ταξιδιώτες με EVD ενδέχεται να ταξιδέψουν κατά την περίοδο επώασης της νόσου ή να εμφανίσουν συμπτώματα στη διάρκεια του ταξιδιού. Καθώς ο αιμορραγικός πυρετός Ebola μπορεί να εξελιχθεί γρήγορα και οι ασθενείς μπορεί να μη γνωρίζουν αν έχουν εκτεθεί στη νόσο ή να το αρνηθούν, όταν επισκεφθούν μονάδες παροχής υπηρεσιών υγείας στην Ευρώπη, οι επαγγελματίες υγείας μπορεί να μην υποπτευθούν τον EVD. Επιπλέον, ο έλεγχος στις πύλες εισόδου ή εξόδου ενδέχεται να μην μπορεί να ανιχνεύσει τα κρούσματα κατά την περίοδο επώασης.



Εργαστηριακή διάγνωση


Ο ιός Ebola μεταδίδεται αποκλειστικά μέσω άμεσης επαφής με αίμα ή με άλλα σωματικά υγρά από άτομο που νοσεί ή με αντικείμενα, τα οποία έχουν μολυνθεί από μολυσμένο αίμα, ή με μολυσμένα σωματικά υγρά προηγούμενων ασθενών. Επομένως, ο ιός εκτός του αίματος ή των προϊόντων αυτού ανευρίσκεται στα ούρα, στο σάλιο, στα κόπρανα, στα εμέσματα αλλά και στο σπέρμα των ασθενών. Η περίοδος επώασης του ιού είναι κατά μέσο όρο 8-10 ημέρες, αλλά έχουν αναφερθεί περιπτώσεις από 2 έως 21 ημέρες. Οι ασθενείς μπορούν να μεταδώσουν τον ιό μόνο κατά την περίοδο των συμπτωμάτων, αλλά και μετά θάνατον. Ενώ ο ιός κατά την περίοδο επώασης δεν αναπτύσσει σημαντικό ιικό φορτίο σε σωματικά υγρά ή τους ιστούς του ατόμου φορέα, κατά την έναρξη των συμπτωμάτων, οι πολύ υψηλοί τίτλοι του φορτίου στο αίμα αποτελούν τελικά μια πηγή εύκολης μετάδοσης της σοβαρής αυτής νόσου. Επομένως, είναι επιτακτική η ανάγκη εφαρμογής των πλέον αυστηρών κανόνων βιοασφάλειας τόσο κατά τη νοσηλεία των ασθενών όσο και για το χειρισμό και την επεξεργασία των δειγμάτων που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση της νόσου.


Χρόνος συλλογής δειγμάτων


Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο ιός ανιχνεύεται στο αίμα των ασθενών μόνο μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, κυρίως του πυρετού (Πίνακας 2). Έτσι λοιπόν, το καταλληλότερο δείγμα για την επιβεβαίωση της νόσου είναι η ανίχνευση του ιού με τη μέθοδο της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης με αντίστροφη μεταγραφάση σε πραγματικό χρόνο (real time RT-PCR) στο αίμα των ασθενών αμέσως μετά την εμφάνιση πυρετού. Επειδή το φορτίο στο αίμα μπορεί να απαιτήσει μέχρι και 3 ημέρες, για να φτάσει σε ανιχνεύσιμα επίπεδα, μπορεί να απαιτηθεί επανάληψη της λήψης αίματος και τη 2η και την 3η ημέρα του πυρετού. Γενικά ο ιός ανιχνεύεται σταθερά με την real time RT-PCR από την 3η έως τη 10η ημέρα των συμπτωμάτων. Πρακτικά κάθε ασθενής με υποψία νόσου Ebola πρέπει να υποβάλλεται σε αιμοληψία αμέσως μετά την εισαγωγή του στο νοσοκομείο και στην περίπτωση που το δείγμα είναι αρνητικό πρέπει να γίνεται νέα αιμοληψία και έλεγχος μέχρι και 3 ημέρες μετά την εμφάνιση πυρετού. Αν και το τελευταίο δείγμα αποβεί αρνητικό, πρέπει να αποκλειστεί η λοίμωξη από Ebola.



Προτιμώμενα δείγματα


Για το μοριακό έλεγχο για την ανίχνευση του ιού Ebola πρέπει να συλλέγονται τουλάχιστον 4mL αίματος σε πλαστικό σωληνάριο. Η συλλογή του αίματος σε γυάλινο σωληνάριο ή σε σωληνάριο με ηπαρίνη απαγορεύεται. Προτιμάμε τη συλλογή σε σωληνάριο με EDTA, αλλά είναι αποδεκτά και δείγματα που έχουν συλλεχθεί σε σωληνάρια με SPS, κιτρικά ή με ενεργοποιητές θρόμβου (ξηρά σωληνάρια). Δεν απαιτείται ο διαχωρισμός και η απομόνωση του ορού ή του πλάσματος από το αρχικό σωληνάριο συλλογής. Τα δείγματα πρέπει να φυλάσσονται σε θερμοκρασίες 2-8°C και να αποστέλλονται αμέσως σε θερμοκρασίες ψυγείου στα ειδικά κέντρα αναφοράς για την ανίχνευση του ιού Ebola. Απαραίτητη είναι πάντοτε η ειδική σήμανση ότι πρόκειται για δείγματα που προορίζονται για έλεγχο ιού Ebola. Επιτρέπεται η βραχυπρόθεσμη αποθήκευση των δειγμάτων στους 4°C μέχρι να καταστεί δυνατή η αποστολή τους. Το άτομο που θα κάνει την αιμοληψία θα πρέπει να φορά διπλά γάντια (τα εξωτερικά με μακρύτερη κάλυψη που να φτάνει μέχρι τη μέση του αντιβραχίου), προστατευτική αδιάβροχη ολόσωμη στολή, κατά προτίμηση λευκού χρώματος, προσωπίδα ή προστατευτικά γυαλιά και μάσκα, η οποία θα καλύπτει τη μύτη και το στόμα.


Συσκευασία και αποστολή κλινικών δειγμάτων


Τα δείγματα που συλλέγονται για το μοριακό έλεγχο του ιού Ebola πρέπει να συσκευάζονται και να αποστέλλονται χωρίς να γίνεται προσπάθεια ανοίγματος των σωληναρίων συλλογής αίματος ή προσπάθεια μοιράσματος του αρχικού δείγματος σε περισσότερα σωληνάρια, προκειμένου να αποσταλούν σε διαφορετικά εργαστήρια αναφοράς. Η αποστολή των δειγμάτων από το Νοσοκομείο που προέρχεται ο ασθενής πρέπει να γίνεται πάντοτε μετά από προηγούμενη ενημέρωση του ΚΕΕΛΠΝΟ. Κανένα κέντρο αναφοράς δεν πρέπει, επίσης, να αποδέχεται δείγματα που έχουν αποσταλεί χωρίς την ενημέρωση από το ΚΕΕΛΠΝΟ. Τέλος, σε περιπτώσεις που αυτό είναι εφικτό, η μεταφορά των δειγμάτων πρέπει να γίνεται με φροντίδα του ΚΕΕΛΠΝΟ ή σε περιπτώσεις που αυτό δεν είναι εφικτό με την καθοδήγησή του. Όλα τα δείγματα πρέπει να συσκευάζονται ξεχωριστά με βάση το τριπλό πρότυπο συσκευασίας που αποτελείται από το πρώτο δοχείο, που μπορεί να είναι και μια πλαστική σακούλα τυλιγμένη με υλικό απορρόφησης κραδασμών, το δεύτερο δοχείο, που είναι συνήθως μεταλλικό και απόλυτα στεγανό με βιδωτό πώμα, και το τρίτο δοχείο, που αποτελεί και το εξωτερικό κυτίο της αποστολής. Σε αυτό το τελευταίο κυτίο αναγράφονται όλες οι απαραίτητες πληροφορίες μεταφοράς και συντήρησης. Επίσης, σε αυτό προσαρτώνται εξωτερικώς όλα τα έγγραφα που πρέπει να συνοδεύουν το δείγμα (Εικόνα 3).

Εικόνα 3. Τριπλό σύστημα συσκευασίας και αποστολής δειγμάτων



Θεραπεία

Ειδική θεραπεία ή εμβόλιο έναντι του ιού του Έμπολα (Ebola) με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα δεν έχουν καθοριστεί ακόμη. Μερικές πειραματικές ακόμη θεραπείες έχουν ελεγχθεί ως αποτελεσματικές σε ζώα, αλλά δεν έχουν γίνει ακόμη τυχαιοποιημένες μελέτες σε ανθρώπους.

Η ανάρρωση από λοίμωξη με το ιό Ebola εξαρτάται από την ανοσολογική απάντηση του ασθενούς. Όσοι επιζούν αναπτύσσουν αντισώματα που διαρκούν τουλάχιστον 10 χρόνια ή περισσότερο.

Σύμφωνα με τη Σύσκεψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τη θεραπεία και τον εμβολιασμό έναντι του ιού Ebola που πραγματοποιήθηκε στις 4 και 5 Σεπτεμβρίου 2014 στη Γενεύη, καμιά από τις πειραματικές θεραπείες και εμβόλια δεν έχει πάρει έγκριση για τον άνθρωπο (2). Αρκετές από τις πειραματικές θεραπείες και εμβόλια έχουν δοκιμασθεί σε ζωικά μοντέλα και είχαν καλά αποτελέσματα. Λόγω της ταχείας εξέλιξης των επιδημιών του Έμπολα, η διεθνής κοινότητα κινητοποιείται να βρει τρόπους να επιταχύνει την αξιολόγηση και χρήση τους. Η ασφάλεια για τον άνθρωπο δεν είναι γνωστή για αυτές και είναι πιθανή η εμφάνιση ανεπιθύμητων συμβάντων, όταν χορηγηθούν.

Στη Σύσκεψη του ΠΟΥ οι ειδικοί συμφώνησαν ότι η χρήση ολικού αίματος και άνοσου ορού (ορός με αντισώματα από ασθενή που επέζησε της λοίμωξης) χρειάζεται να θεωρηθούν ως προτεραιότητα.

Επιπρόσθετα, η θεραπεία της λοίμωξης είναι συμπτωματική. Οι ακόλουθες σημαντικές παρεμβάσεις, όταν γίνουν έγκαιρα, βελτιώνουν σημαντικά την πιθανότητα επιβίωσης σύμφωνα με το Αμερικανικό Center for Disease Control (CDC): χορήγηση υγρών ενδοφλεβίως, ρύθμιση ηλεκτρολυτών, διατήρηση οξυγόνωσης και αρτηριακής πίεσης, θεραπεία συνυπαρχουσών λοιμώξεων.

Oι πραγματογνώμονες συζήτησαν την ύπαρξη αλλά και τα δεδομένα για τη χρήση νέων θεραπειών, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα, φάρμακα βασιζόμενα στο RNA και μικρομοριακά αντι-ιικά. Επίσης, εξέτασαν τη δυνατότητα χρήσης φαρμάκων εγκεκριμένων για άλλες ασθένειες. Από τις νέες θεραπείες κάποιες έχουν δείξει καλά αποτελέσματα σε πειραματικά μοντέλα (μαϊμούδες) και έχουν χρησιμοποιηθεί σε λίγους ασθενείς με λοίμωξη από ιό Ebola (πολύ λίγοι για να τεκμηριώσουν αποτελεσματικότητα και ασφάλεια). Έχουν περιορισμένα αποθέματα και θα παραμείνουν έτσι για αρκετούς μήνες παρά τις προσπάθειες. Για τη δημιουργία επαρκούς αποθέματος των υπο ανάπτυξη εμβολίων υπάρχει μεγαλύτερη αισιοδοξία. Το ZMapp είναι η πειραματική θεραπεία, που προμηθεύτηκε ένας ιδιωτικός ανθρωπιστικός οργανισμός (Samaritan’s Purse) που είχε προσλάβει τον ένα από τους Αμερικανούς, οι οποίοι μολύνθηκαν με τον ιό στη Λιβέρια. Το CDC and το NIH των ΗΠΑ δεν είχαν κανενός είδους συμμετοχή στη χρήση του φαρμάκου. Δεν έχει ελεγχθεί ακόμη σε ανθρώπους. Είναι συνδυασμός τριών μονοκλωνικών αντισωμάτων τα οποία συνδέονται με την πρωτείνη του ιού. Η κατασκευάστρια εταιρεία έχει προγραμματίσει κλινικές δοκιμές φάσης 1 και δεν έχει την υποδομή για εκτεταμένη παραγωγή του ακόμη. Όταν μια θεραπεία δεν έχει πάρει έγκριση, στις ΗΠΑ είναι δυνατόν να γίνει αίτημα προς τον οργανισμό FDA (Food and Drug Administration), ο οποίος μπορεί να επιτρέψει την πρόσβαση σε πειραματικές θεραπείες που χαρακτηρίζονται ως νέες υπό μελέτη επείγουσες θεραπείες .

Αναφορικά με τα εμβόλια, η Σύσκεψη του ΠΟΥ καθόρισε ότι ξεκινούν ήδη στις ΗΠΑ μελέτες για την ασφάλεια των δυο πλέον μελετημένων εμβολίων – που βασίζονται στους ιούς vesicular stomatitis virus (VSV-EBO) και chimpanzee adenovirus (ChAd-EBO) – και στα μέσα Σεπτεμβρίου στην Ευρώπη και Αφρική. Ο ΠΟΥ θα συνεργαστεί με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, για να επιταχύνει τη διαδικασία παραγωγής και ασφαλούς χορήγησής τους στις επηρεαζόμενες περιοχές. Εάν αποδειχθεί ασφαλές ένα εμβόλιο για τους εργαζόμενους στο χώρο της υγείας θα μπορούσε να κυκλοφορήσει στα μέσα Νοεμβρίου 2014.

Συνοψίζοντας, αυτή τη χρονική στιγμή ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος να ελεγχθεί η επιδημία του ιού Ebola στη Δυτική Αφρική είναι η εφαρμογή μέτρων πρόληψης και ελέγχου των λοιμώξεων.