Ποια είναι τα δικαιώματα μιας εγκύου εργαζόμενης



Αν ήταν "ρίξτο ή απολύεσαι" η αντίδραση εργοδότη, μόλις πληροφορήθηκε ότι η υπάλληλος έμεινε έγκυος; Ας δούμε τί δικαιούται μία εργαζόμενη γυναίκα! Αναζητήσαμε στην εργατική νομοθεσία τα δικαιώματα τής εγκύου εργαζόμενης. 

Α.  Η άδεια τοκετού και λοχείας

● 1. Η συνολική διάρκεια της αδείας μητρότητος των γυναικών που απασχολούνται σε οποιονδήποτε εργοδότη όλης της Χώρας, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, είναι από 1-1-2000 δεκαεπτά εβδομάδες, σύμφωνα με το άρθρο 7 της από 23-5-2000  Εθνικής Γενικής Συλλογικής Συμβάσεως  Εργασίας, το οποίο εκυρώθη με το άρθρο 11 του Ν. 2874/2000. Όπως αναφέρεται στην διάταξη αυτή, από το διάστημα αυτό, οκτώ (8) εβδομάδες θα χορηγούνται υποχρεωτικώς πριν από την πιθανή ημερομηνία του τοκετού (άδεια τοκετού) και οι υπόλοιπες εννέα (9), μετά τον τοκετό (άδεια λοχείας). Τις διατάξεις της ΕΓΣΣΕ, τεύχος 1623 σελ. 502 επ.

Με την παραπάνω διάταξη δημιουργείται αφ’  ενός μεν υποχρέωση του εργοδότου να χορηγήση άδεια προ και μετά τον τοκετό, αφ’  ετέρου δε δικαίωμα της μισθωτού να ζητήση και να λάβη την άδεια αυτή προ και μετά τον τοκετό.

Σε περίπτωση που ο τοκετός πραγματοποιηθή σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθή, το υπόλοιπο της αδείας θα χορηγήται, κατά το άρθρο 7 της από 9-6-93 ΕΓΣΣΕ, στην οποία παραπέμπει η διάταξη της ΕΓΣΣΕ του έτους 2000, υποχρεωτικά μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλίζεται χρόνος συνολικής αδείας δέκα επτά (17) εβδομάδων.

Σε περίπτωση πραγματοποιήσεως του τοκετού σε χρόνο μεταγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθή (και βάσει του οποίου είχε χορηγηθή η προ του τοκετού άδεια) η άδεια παρατείνεται μέχρι την πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς η παράταση αυτή να συνεπάγεται την αντίστοιχη μείωση της αδείας που η μισθωτός δικαιούται να λάβη μετά τον τοκετό. Τούτο ορίζεται στο άρθρο 3 παράγρ. 4 της Διεθνούς Συμβάσεως 103/52 «για την προστασία της μητρότητος», που εκυρώθη με το άρθρο πρώτο του Ν. 1302/82.

Στην τελευταία αυτή περίπτωση δηλαδή, η συνολική άδεια τοκετού υπερβαίνει τις 17 εβδομάδες. Στην απέχουσα λόγω ασθενείας μέχρι του τοκετού (επί 8 εβδομάδες) δεν οφείλεται και άδεια τοκετού. Πως επιδοτεί το ΙΚΑ.

Την άδεια λοχείας δικαιούται και η γυναίκα της οποίας το τέκνο εγεννήθη νεκρό ή πέθανε μετά τον τοκετό.

● 2. Παροχές από τον εργοδότη, το ΙΚΑ και τον ΟΑΕΔ. Κατά το διάστημα της απουσίας της λόγω τοκετού, η γυναίκα δικαιούται να λάβη από τον εργοδότη της τις αποδοχές 15 μεν ημερών, εάν δεν είχε συμπληρώσει έτος υπηρεσίας, ενός δε μηνός εάν είχε συμπληρώσει έτος υπηρεσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 657 και 658 ΑΚ.  Εννοεῖται ότι τις αποδοχές αυτές δικαιούται να λάβη εφ’  όσον δεν είχε εξαντλήσει, για άλλο ανυπαίτιο κώλυμα, το δικαίωμα λήψεως των αποδοχών αυτών για το συγκεκριμένο εργασιακό έτος. Είναι διαφορετικό το κώλυμα του τοκετού-λοχείας (που αποτελεί ένα και το αυτό κώλυμα - άδεια μητρότητος) από το κώλυμα της ασθενείας.

 Από τις αποδοχές αυτές ο εργοδότης δικαιούται να αφαιρέση («εκπέση») ό,τι η μισθωτός έλαβε εξ αιτίας του τοκετού, δυνάμει υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφαλίσεως.  Αφαιρείται ολόκληρο το καταβληθέν για το συγκεκριμένο διάστημα από τον ασφαλιστικό  Οργανισμό ποσόν, δηλαδή και εκείνο που αντιστοιχεί στις μη εργάσιμες ημέρες του διαστήματος.  

 Εαν η μισθωτός δεν δικαιούται να λάβη παροχές από τον φορέα υποχρεωτικής ασφαλίσεως, τότε ο εργοδότης υποχρεούται να της καταβάλη ολόκληρες τις αποδοχές των 15 ημερών ή του ενός μηνός.

Για το διάστημα των 15 ημερών ή του 1 μηνός (κατά τις ανωτέρω διακρίσεις) ο εργοδότης οφείλει να καταβάλη προς το ΙΚΑ ή άλλο φορέα κυρίας ασφαλίσεως, καθώς και προς το ΕΤΕΑΜ ή άλλο φορέα επικουρικής ασφαλίσεως, τις αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές, υπολογιζόμενες στο σύνολο των αποδοχών που συνήθως καταβάλλει στην μισθωτό, και όχι μόνον επί του ποσού που απομένει μετά την αφαίρεση των ποσών που κατεβλήθησαν από τον ασφαλιστικό  Οργανισμό κατ’  ἀρθρ. 657-658 ΑΚ.

Με το άρθρο 141 παρ. 2 του Ν. 3655/08 - ΔΕΝ 2008 σελ. 435 θεσπίζεται η μείωση κατά 50% των εισφορών κλάδου συντάξεως που βαρύνουν τις μητέρες ασφαλισμένες όλων των φορέων ασφαλίσεως αρμοδιότητος  Υπ.  Απασχολ. και Κοιν. Προστασίας, για τούς πρώτους 12 μήνες που έπονται της γεννήσεως κάθε παιδιού.

 Από το ΙΚΑ η γυναίκα δικαιούται επιδόματος μητρότητος (από την πρώτη ημέρα απουσίας της) ίσο με το 50% του τεκμαρτού ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσεως στην οποία εμπίπτει ο μέσος όρος αποδοχών της των τελευταίων 30 ημερών εργασίας του ημερολογιακού έτους πριν από την πιθανή ημέρα τοκετού. Το βασικό αυτό επίδομα προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε συντηρούμενο μέλος οικογενείας. Προϋπόθεση καταβολής είναι να απέχη η γυναίκα από την εργασία της.  Η καταβολή του επιδόματος μητρότητος δεν εξαρτάται από την χρονική διάρκεια της εγκυμοσύνης, ούτε από την γέννηση ζωντανού ή μη εμβρύου ή την επιβίωση του γεννηθέντος. Το ΙΚΑ εκδίδει κατ’  έτος σχετική  Εγκύκλιο με ΠΙΝΑΚΕΣ επιδομάτων μητρότητος. Τα ίδια επιδόματα ίσχυσαν και για το 2009 και για το 2010 και για το 2011.

●  Επίσης η γυναίκα ασφαλισμένη στο ΙΚΑ δικαιούται να λάβη από τον ΟΑΕΔ τη διαφορά μεταξύ των τακτικών της αποδοχών και των επιδομάτων μητρότητος που έλαβε ή δικαιούται να λάβη από το ΙΚΑ, για το διάστημα που δεν λαμβάνει αποδοχές από τον εργοδότη της.  Ο χρόνος επιδοτήσεως από τον ΟΑΕΔ λογίζεται ότι διανύθηκε στην ασφάλιση του κλάδου συντάξεως ΙΚΑ. Τις αναλογούσες εισφορές καταβάλλει στο ΙΚΑ ο ΟΑΕΔ.

Για τις παροχές μητρότητος από τούς ασφαλιστικούς  Οργανισμούς και από τον ΟΑΕΔ. Και για την καταβολή των επιδομάτων μητρότητος εφαρμόζονται οι διατάξεις περί διαδοχικής ασφαλίσεως. Για τη χορήγηση επιδομάτων μητρότητος για 119 ημέρες συνολικά από το ΙΚΑ και για την καταβολή συμπληρωματικής παροχής από τον ΟΑΕΔ.

Β.  Η άδεια φροντίδος παιδιού

● 1. Μείωση ωραρίου. Βάσει του άρθρου 6 της από 15-4-2002 ΕΓΣΣΕ, όπως ερμηνεύθηκε και όπως τελικώς τροποποιήθηκε με την ΕΓΣΣΕ 24-5-2004, οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται για τον θηλασμό και τις ηυξημένες φροντίδες για την ανατροφή του παιδιού, είτε να διακόπτουν την εργασία τους για μία ώρα κάθε ημέρα, είτε να προσέρχωνται αργότερα, είτε να αποχωρούν νωρίτερα κατά μία ώρα κάθε ημέρα, για χρονικό διάστημα 2,5 ετών από της λήξεως της αδείας λοχείας. Κατόπιν συμφωνίας των μερών, η μείωση του χρόνου εργασίας μπορεί να ορίζεται σε δύο ώρες  ημερησίως, επί ένα έτος μετά την λήξη της αδείας λοχείας και εν συνεχεία επί 1 ώρα για 6 επί πλέον μήνες.  Αν γίνη χρήση της εξαμήνου αδείας, για τον υπολογισμό του υπολοίπου χρόνου αδείας φροντίδος παιδιού, θεωρείται ότι κατά το εξάμηνο η γυναίκα έκανε χρήση μιας (και όχι δύο ωρών.  Η άδεια φροντίδος παιδιού αρχίζει, όπως ήδη ελέχθη, από την λήξη της αδείας λοχείας, όπου αναφέρονται και οι συνέπειες απασχολήσεως κατά την ώρα - άδεια και η απαγόρευση παραιτήσεως από το δικαίωμα.

● Την μείωση του ωραρίου δικαιούται και η απασχολουμένη με εκ περιτροπής εργασία, δηλαδή επί ολιγώτερες ημέρες την εβδομάδα, αλλά με πλήρες ωράριο ημερησίως. Το  Υπ.  Εργασίας δέχεται ότι δικαίωμα αναλόγως μειωμένου ωραρίου έχει και η απασχολουμένη με μειωμένο ημερήσιο ωράριο.

● Την άδεια απουσίας για τη φροντίδα του παιδιού μπορεί να ζητήση εναλλακτικά ο πατέρας, εάν δεν κάνη χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα. Προϋπόθεση λήψεως της αδείας αυτής από τον άνδρα είναι να έχη το σχετικό δικαίωμα η γυναίκα και να μη το ασκή.

●  Η άδεια χορηγείται για την φροντίδα του παιδιού και είναι ακριβώς η ίδια, από απόψεως χρονικής διαρκείας, και όταν η μητέρα έχη αποκτήσει δίδυμα ή και τρίδυμα, αφού στη διάταξη δεν γίνεται σχετική διάκριση. 

●  Εάν κατά την διάρκεια της αδείας αυτής η μητέρα περιέλθη εκ νέου σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η χορηγηθείσα για το πρώτο παιδί άδεια φροντίδος θα διαρκέση μέχρι να λάβη η γυναίκα την άδεια τοκετού και λοχείας (17 συνολικώς εβδομάδες), μετά δε από την λήξη της αδείας λοχείας και την επιστροφή της στον εργοδότη, θα χορηγηθή άδεια φροντίδος για το νέο πλέον παιδί, η οποία θα διαρκέση επί χρονικό διάστημα 30 ή 18 επίσης μηνών, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, υπολογιζόμενο από το χρονικό σημείο της λήξεως της αδείας λοχείας που έλαβε για το νέο παιδί.

●  Από 1-1-2000 το δικαίωμα διακοπής της εργασίας η καθυστερημένης προσελεύσεως ή προώρου αποχωρήσεως της μητέρας (ή εναλλακτικά του πατέρα) έχουν και οι θετοί γονείς παιδιών ηλικίας έως έξη ετών.  Επίσης, οι άγαμοι γονείς. Τις διατάξεις της ΕΓΣΣΕ.

Παρά την απουσία τους λόγω αδείας «θηλασμού», οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται πλήρεις τις αποδοχές τους (αρθρ. 6 ΕΓΣΣΕ 2002, όπου ορίζεται και ότι λόγω της αδείας φροντίδος δεν πρέπει να προκαλούνται δυσμενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις).  Δικαιούνται να λάβουν και για την ώρα απουσίας την προσαύξηση 75% (αν ως εκ της φύσεως της επιχ/σεως απασχολούνται κατά Κυριακή, καθώς και την προσαύξηση 25% για νύκτα κλπ.

● 2.  Ισόχρονη άδεια. Με το άρθρο 9 της ισχυούσης από 24-5-2004 ΕΓΣΣΕ εδόθη η δυνατότης, εφ’ όσον συμφωνεί ο εργοδότης, να ληφθή το μειωμένο ωράριο ως ίσου χρόνου συνεχόμενη άδεια με αποδοχές . Με την αποφ. 10/10  Ολομ. του  Αρείου Παγου έγινε δεκτό ότι η συμφωνία του εργοδότου συνιστά άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος και ελέγχεται κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, και όχι «φυσική ευχέρεια».

Για την μετατροπή των ωρών, κατά τις οποίες η τεκούσα έχει δικαίωμα να απέχη από την εργασία της μετά τον τοκετό, σε συνεχές χρονικό διάστημα, αφαιρούνται από το συγκεκριμένο συνολικό χρονικό διάστημα των 2,5 ετών (ωράριο μειωμένο κατά 1 ώρα) τα διαστήματα της κανονικής αδείας (των 2 ετών), οι Κυριακές και, επί πενθημέρου, και τα Σαββατα, καθώς και οι εξαιρετέες εορτές (εφ’  όσον κατά τα συγκεκριμένα έτη δεν συμπίπτουν με Σαββατο ή Κυριακή).  Επίσης αφαιρούνται και οι ώρες που αντιστοιχούν σε τυχόν άλλες άδειες που εμπίπτουν στο συγκεκριμένο διάστημα των 2,5 ετών, όπως π.χ. είναι η διαρκείας 4 τουλάχιστον μηνών γονική άδεια την οποία η μητέρα έλαβε ή θα λάβη μετά από την λήξη της αδείας λοχείας, καθώς, και η εξάμηνη ειδική άδεια μητρότητος.  Επίσης, αν η μητέρα περιήλθε εκ νέου εις κατάστασιν εγκυμοσύνης και η άδεια τοκετού και λοχείας εμπίπτη στο διάστημα των 30 μηνών, αφαιρείται και το διάστημα της αδείας αυτής.

Ο αριθμός των ημερών (και συνεπώς και των ωρών - μία καθ’ ημέραν) που προκύπτει διαιρείται δια 8 (όσο το ωράριο επί πενθημέρου). Το πηλίκον της διαιρέσεως αποτελεί τον αριθμό των εργασίμων ημερών που δικαιούται να λάβη η συγκεκριμένη τεκούσα.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Δεδομένου ότι ο υπολογισμός λαμβάνει υπ’ όψη τη συγκεκριμένη εκάστοτε περίπτωση, το ανωτέρω διάστημα δεν είναι πάντοτε 3,5 μήνες, όπως κακώς απαιτεί ο ΟΑΕΔ για να προβή στην επιδότηση. Ούτε ο νόμος, ούτε η απόφαση κάνουν λόγο για 3,5 μήνες.

Είναι δυνατή, κατόπιν συμφωνίας με τον εργοδότη, η χρήση του μειωμένου ωραρίου κατά ένα μέρος ως συνεχούς αδείας και κατά το υπόλοιπο σε ώρες, για το απομένον διάστημα.

● Με τον ανωτέρω τρόπο γίνεται ο υπολογισμός και όταν χορηγήται κατόπιν συμφωνίας στην μητέρα, 1 ολόκληρη ημέρα (την εβδομάδα κλπ.) αντί της καθημερινής μειώσεως του ωραρίου (ανά 8 ημέρες 1 ημέρα, αντί μειώσεως του ωραρίου κατά 1 ώρα επί 30 μήνες).

Σχετική με την χορήγηση ολόκληρης ημέρας αντί της μειώσεως του ημερησίου ωραρίου σε μητέρες, είναι η  Εφετ.  Αθηνῶν 947/88 - ΕΕργΔ 1989 σελ. 678, με την οποία εκρίθη ότι ο εργοδότης δεν μπορούσε να διακόψη μονομερώς την χορήγηση ολόκληρης ημέρας και να επιστρέψη στο μειωμένο ωράριο, αφού είχε διαπλασθή επιχειρησιακή συνήθεια. Κατά την μειοψηφία δεν δημιουργείται επιχειρησιακή συνήθεια, αφού το μειωμένο ωράριο προβλέπεται από διάταξη αναγκαστικού δικαίου.

● Η άδεια φροντίδος παιδιού, συνισταμένη σε μείωση του ωραρίου εργασίας, χορηγείται για συγκεκριμένο σκοπό και προϋποθέτει την παροχή εργασίας από την μητέρα. Συνεπώς παύει να οφείλεται, και δεν μετατρέπεται σε χρηματική αξίωση, όταν η σύμβαση εργασίας λυθή καθ’  οιονδήποτε τρόπον.  Εξυπακούεται ότι εάν εν συνεχεία η μητέρα αναλάβη εργασία σε άλλον εργοδότη, δικαιούται να κάνη χρήση της αδείας αυτής για το απομένον, μέχρι τη συμπλήρωση των 30 ή των 18 μηνών από της λήξεως της λοχείας, διάστημα.  Αν η γυναίκα έχη ζητήσει και έχη λάβει από τον πρώτο της εργοδότη την άδεια ανατροφής σε συνεχές χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας αμοιβή για το διάστημα αυτό, δεν δικαιούται να ζητήση από τον (τυχόν) δεύτερο εργοδότη να απασχολήται επί λιγώτερο χρόνο ημερησίως, αφού έχει ήδη εξαντλήσει το σχετικό δικαίωμά της.  Αν αντιθέτως έχη λάβει μέρος μόνο του συνεχούς χρονικού διαστήματος, τότε μπορεί να κάνη χρήση του υπολοίπου διαστήματος στον (τυχόν) δεύτερο εργοδότη, είτε σε συνεχείς ημέρες, εάν συμφωνή ο νέος εργοδότης, είτε για 1 ώρα επί όσες ημέρες απομένουν μέχρι να συμπληρωθούν τα διαστήματα που προαναφέραμε. Για τον σκοπό αυτό, στα πλαίσια της καλής πίστεως, η εργαζομένη δικαιούται να ζητήση και ο παλαιός εργοδότης υποχρεούται να χορηγήση σχετική βεβαίωση.

Γ.  Η ειδική εξάμηνη άδεια

Με το άρθρο 142 του ασφαλιστικού Ν. 3655/08, όπως έχει ερμηνευθή με το άρθρο 36 παρ. 2 του Ν. 3996/11, καθιερώθηκε ως «ειδική παροχή προστασίας μητρότητος» το δικαίωμα της τεκούσης γυναίκας, ασφαλισμένης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και εργαζομένης με σχέση εργασίας ωρισμένου ή αορίστου χρόνου, να ζητήση και να λάβη από τον εργοδότη της «ειδική άδεια προστασίας μητρότητας έξη μηνών». Ο νόμος καθορίζει επακριβώς το χρονικό σημείο λήψεως της αδείας αυτής· Πρόκειται για την λήξη της αδείας λοχείας και της τυχόν χορηγηθείσης ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο αδείας.

Αν δεν κάνη χρήση της ισόχρονης προς την διάρκεια του μειωμένου ωραρίου αδείας η μητέρα, τότε δικαιούται να λάβη την εξάμηνη άδεια αμέσως μετά από την λήξη της αδείας λοχείας, στην συνέχεια δε να λάβη και το μειωμένο ωράριο για τον υπόλοιπο μέχρι τούς 30 μήνες από της λήξεως της λοχείας χρόνο.

Βάσει εξουσιοδοτήσεως του Νομου εξεδόθη η υπ  ἀριθμ. 33891/606/7-5-08 απόφαση. Στην απόφαση ορίζεται ως έναρξη της εξαμήνου ειδικής αδείας η επομένη της λήξεως της αδείας μητρότητος (τοκετού και λοχείας) ή της λήξεως της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο αδείας (χορηγηθείσης αμέσως μετά από την άδεια λοχείας) ή η επομένη της λήξεως της κανονικής ετησίας αδείας που τυχόν έλαβε η μητέρα (εφ’  όσον βάσει του νόμου υπήρχε υποχρέωση του εργοδότου), μετά από την άδεια μητρότητος ή και την ισόχρονη άδεια).

Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι η άδεια του 6μηνου, συνιστώσα «ειδική παροχή προστασίας της μητρότητος» αποτελεί τρόπον τινά συνέχεια της αδείας μητρότητος, έχει δηλαδή ως σκοπό την παραμονή της μητέρας επί περισσότερο χρόνο στην διάθεση του νεογέννητου βρέφους της.  Η άδεια προβλέπεται για την τεκούσα και όχι και για την περίπτωση υιοθεσίας.  Εχει θεσπισθή μόνον για την μητέρα και όχι και για τον πατέρα. Προϋποθέτει δε την ύπαρξη «τέκνου», δεν χορηγείται δηλαδή όταν το τεχθέν απεβίωσε κατά τον τοκετό ή μετά από αυτόν

Δ. Γονική άδεια

● Για την γονική άδεια ανατροφής, την οποία δικαιούνται όλοι οι γονείς στο χρονικό διάστημα από την λήξη της αδείας μητρότητος μέχρι το παιδί να συμπληρώση τα 6 έτη, διαρκεί δε 4 τουλάχιστον μήνες για κάθε γονέα και είναι άδεια άνευ αποδοχών).

Ε. Προστασία κατά της καταγγελίας

● Κατά το άρθρο 36 παρ. 1 του Ν. 3996/11 με το οποίο αντικατεστάθη το άρθρο 15 Ν. 1483/84 «1.  Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας εργαζομένης από τον εργοδότη της, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, όσο και για το χρονικό διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχη σπουδαίος λόγος για καταγγελία.  Η προστασία από την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται, χωρίς να έχει προηγουμένως απασχοληθεί αλλού, πριν συμπληρώσει δεκαοκτώ (18) μήνες από τον τοκετό ή τον μεγαλύτερο χρόνο που προβλέπεται στην παρούσα, όσο και έναντι του νέου εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται και μέχρι τη συμπλήρωση των ανωτέρω χρόνων.

Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης στην εργασία της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη».

Αφετηρία της προστασίας των τεκουσών κατά της απολύσεως είναι η ημέρα του τοκετού.  Η προθεσμία αρχίζει από της επομένης ημέρας του τοκετού.

Με το άρθρο 20 παρ. 4 του Ν. 3896/10 (ΔΕΝ 2011 σελ. 52) είχε προβλεφθή ότι η χορήγηση της 6μηνου ειδικής αδείας έχει ως συνέπεια την παράταση του διαστήματος προστασίας κατά 3 μήνες (βλ. ήδη ανωτέρω - 18 μήνες για κάθε περίπτωση).

Όπως προκύπτει από τη διάταξη, η προστασία κατά της απολύσεως ισχύει για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου. Στις συμβάσεις ωρισμένου χρόνου η προστασία ισχύει μόνον μέχρι του χρόνου συμβατικής λήξεως της ωρισμένου χρόνου σχέσεως.  Η προστασία δεν ισχύει μετά από την νόμιμη λήξη της συμβάσεως ωρισμένου χρόνου, έστω και αν παρέχεται εργασία βάσει αποφάσεως ασφαλιστικών μέτρων.

Η προστασία κατά της απολύσεως έχει εφαρμογή και επί ακύρου συμβάσεως.  Οφείλονται και μισθοί υπερημερίας παρά την ακυρότητα.

Προστατεύεται και η γυναίκα της οποίας το τέκνο εγεννήθη νεκρό η απεβίωσε μετά τον τοκετό.

Η προστασία κατά της καταγγελίας δεν ισχύει επί υιοθεσίας τέκνου, ούτε επί αποβολής του εμβρύου, αφού δεν υπάρχει «τοκετός».

*

Η απαγόρευση της καταγγελίας ισχύει ανεξαρτήτως της γνώσεως του εργοδότου περί της εγκυμοσύνης και ανεξαρτήτως της γνώσεως ακόμη και της ιδίας της εγκύου.

Οπως έκρινε η  Εφ. Λαρ. 458/2002δεν επιτρέπεται η με ΥΑ θέσπιση δυνατότητος απολύσεως εργαζομένων που ευρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης η λοχείας (εκτός αν συντρέχη σπουδαίος λόγος), ούτε η ερμηνεία της κανονιστικής πράξεως κατά τρόπον άγοντα εις το αποτέλεσμα αυτό.  Επίσης με την ΑΠ 37/2004 - ΔΕΝ 2004 σελ. 962 εκρίθη ότι αντίκειται στην αρχή της ισότητος των φύλων η απομάκρυνση εργαζομένης από θέση προϊσταμένης, αποκλειστικώς και μόνον λόγω εγκυμοσύνης και τοκετού.

Η κατά παράβασιν του νόμου επιχειρηθείσα καταγγελία θεωρείται ως μη γενομένη κατά τα άρθρα 3, 174 και 180 του  Αστικού Κώδικος και ο εργοδότης περιέρχεται σε υπερημερία. Σημειώνουμε ότι η καταβολή εκ μέρους του εργοδότου των αποδοχών των 18 μηνών (διάστημα προστασίας) στην απολυομένη, δεν καθιστά έγκυρη την καταγγελία ούτε αίρει την υπερημερία του εργοδότου.  Η μη γνωστοποίηση ή η καθυστερημένη γνωστοποίηση της εγκυμοσύνης στον εργοδότη δεν καθιστά καταχρηστική την αξίωση καταβολής μισθών υπερημερίας.

Δεδομένου ότι οι διατάξεις περί προστασίας της εγκύου και τεκούσης είναι δημοσίας τάξεως, δεν δύναται να αποκλεισθή η εφαρμογή τους δια της ιδιωτικής βουλήσεως. Είναι απολύτως άκυρη κάθε συμφωνία μεταξύ εργοδότου και μισθωτού περί μη εφαρμογής των προστατευτικών αυτών διατάξεων, καθώς και κάθε συμφωνία με άλλο αντικείμενο, η οποία όμως τείνει ή άγει στο ίδιο αποτέλεσμα (σύμβαση προς καταστρατήγησιν του νόμου).  Επίσης είναι απολύτως άκυρη η παραίτηση της γυναίκας από την προστασία αυτή, καθώς και η ανάληψη υποχρεώσεως οικειοθελούς αποχωρήσεώς της από την εργασία ή η εκ μέρους της ανάληψη υποχρεώσεως καταβολής αποζημιώσεως ή ωρισμένου ποσού ως ποινής, αν μελλοντικώς περιέλθη σε κατάσταση εγκυμοσύνης.

Κατά το άρθρο 20 παρ. 2 του Ν. 3896/10, ο εργοδότης δεν μπορεί να αρνηθή την πρόσληψη γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης η μητρότητος.

Για την υποχρέωση η μη της υπό πρόσληψιν γυναίκας να δηλώση αν είναι έγκυος  γίνεται δεκτό ότι δεν υπάρχει κατά νόμον καθήκον της εργαζομένης να αποκαλύψη στον εργοδότη την εγκυμοσύνη της.

*

Ως σπουδαίος λόγος για την καταγγελία θεωρούνται ένα ή περισσότερα περιστατικά τα οποία κατ’  αντικειμενική κρίση καθιστούν, κατά την συναλλακτική καλή πίστη, μη ανεκτή για τον εργοδότη την εξακολούθηση της εργασιακής σχέσεως, ανεξαρτήτως από την ύπαρξη ή ανυπαρξία πταίσματος του απολυομένου.  Η καλή πίστη δεν απαιτεί την με κάθε τίμημα και θυσία ανοχή της εργαζομένης εγκύου ή τεκούσης, αλλά θέτει ωρισμένα όρια ανοχής, η υπέρβαση των οποίων δικαιολογεί την απαλλαγή από την συμβατική δέσμευση. Σπουδαίο λόγο αποτελεί η ουσιώδης παράβαση των υποχρεώσεων, χωρίς να απαιτήται αναγκαίως και υπαιτιότητα.

Σπουδαίο λόγο αποτελεί και η μη συμμόρφωση της μισθωτού προς τις οδηγίες του εργοδότου, η αμελής ή πλημμελής και μη προσήκουσα εκτέλεση της εργασίας, και η επανειλημμένη απουσία από την εργασία  και η διακοπή της λειτουργίας της επιχ/σεως.

Σπουδαίο λόγο επίσης, αποτελεί και η ύπαρξη ψυχικών προβλημάτων που καθιστούν αδύνατη την άσκηση των καθηκόντων της εγκύου η της τεκούσης. Και η άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητος ομοίας και ανταγωνιστικής προς εκείνην του εργοδότου, από τον σύζυγο της εγκύου.

Δεδομένου ότι εν περιπτώσει τακτικής καταγγελίας (μετά προειδοποίησιν), χρονικό σημείο της καταγγελίας αποτελεί ο χρόνος της προειδοποιήσεως, δεν προστατεύεται η περιελθούσα σε κατάσταση εγκυμοσύνης μετά από το χρονικό σημείο της προειδοποιήσεως.  Επίσης επειδή επί τακτικής καταγγελίας, «καταγγελία» αποτελεί η προειδοποίηση, δεν επιτρέπεται κατά την διάρκεια της προστασίας της εγκύου ή τεκούσης ούτε η προειδοποίηση καταγγελίας.

Ο εργοδότης που καταγγέλλει τη σύμβαση εγκύου, λεχούς η γαλουχούσης για σπουδαίο λόγο, υποχρεούται να αιτιολογήση την καταγγελία γραπτώς και να προβή σε κοινοποίηση στην  Επιθεώρηση  Εργασίας κατά το ΠΔ 176/97.

*

Και η έγκυος μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να τεθή σε διαθεσιμότητα.

ΣΤ. Χρόνος υπηρεσίας

 Ο χρόνος της υποχρεωτικής αποχής από την εργασία προ και μετά τον τοκετό θεωρείται ως χρόνος υπηρεσίας και συνυπολογίζεται για τη χορήγηση των επιδομάτων (δώρων) εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα.

Δεν συνυπολογίζονται όμως και τα διαστήματα αδείας άνευ αποδοχών, όπως είναι η γονική άδεια και το εξάμηνο της ειδικής αδείας μητρότητος Οδηγίες για τα Δώρα.

Ζ.  Υπάλληλοι Δημοσίου-ΝΠΔΔ-ΟΤΑ

Για την άδεια τοκετού των Δημοσίων υπαλλήλων (2 μήνες προ και 3 μήνες μετά τον τοκετό, στούς οποίους προστίθενται 2 μήνες για κάθε τέκνο πέρα του 3ου). Στο άρθρο 53 του Νόμου αυτού ορίζεται επίσης ότι ο χρόνος εργασίας των γονέων υπαλλήλων μειώνεται κατά 2 ώρες ημερησίως επί δύο έτη (τέκνα έως 2 ετών) και κατά μία ώρα κατά τα επόμενα δύο έτη (τέκνα από 2 έως 4 ετών) και ότι ο γονεύς που δεν κάνει χρήση του ανωτέρω μειωμένου ωραρίου, δικαιούται να λάβη άδεια εννέα μηνών με αποδοχές για ανατροφή του παιδιού. Οι ανωτέρω διατάξεις περί αδείας, κατά Ν. 2839/2000, έχουν εφαρμογή και στο επί σχέσει ιδ. δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό του Δημοσίου. Παρομοία ρύθμιση για το μόνιμο προσωπικό περιέχει ο Κώδικας Καταστάσεως Δημοτικών και Κοινοτικών  Υπαλλήλων.  Ο Νόμος αυτός, στο Μέρος Δεύτερο περιέχει διατάξεις για το προσωπικό με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου.  Η ρύθμιση για τις άδειες τοκετού κλπ. ισχύει και εδώ μόνον για το προσ/κό ιδ. δικαίου αορίστου χρόνου. Και στούς δύο νόμους επέφερε τροποποιήσεις ο Ν. 3731/08. Με το άρθρο 18 του Νόμου αυτού έχει προβλεφθή ότι «σε περίπτωση πολύδυμης κύησης, η άδεια λοχείας αυξάνεται κατά ένα μήνα για κάθε τέκνο πέρα του ενός». Επίσης έχει προβλεφθή ότι «Στον πατέρα υπάλληλο χορηγείται άδεια δύο ημερών σε περίπτωση γεννήσεως τέκνου.  Η άδεια αυτή χορηγείται και στην περίπτωση υιοθεσίας, εφ’ όσον το υιοθετηθέν δεν έχει υπερβή το 2ο έτος της ηλικίας του». Οι δικηγόροι επί παγία αντιμισθία δικαιούνται αδείας κυήσεως - λοχείας κατά τις κείμενες διατάξεις (Ν. 4194/13, άρθρ. 46).

Η. Μέτρα υγιεινής και ασφαλείας

Κατά την εργασία των εγκύων, λεχών και γαλουχουσών προβλέπονται μέτρα υγιεινής και ασφαλείας στο ΠΔ 176/97 που εξεδόθη σε συμμόρφωση προς την  Οδηγία 92/85/ΕΟΚ , όπως τροποποιήθηκε με το ΠΔ 41/2003 .

Στα διατάγματα αυτά καθορίζεται μεταξύ άλλων η έκταση εφαρμογής (με το νεώτερο ΠΔ προστίθεται και το ένστολο προσ/κο των  Ενόπλων Δυνάμεων και το οικιακό υπηρετικό προσ/κο). Για την έκταση εφαρμογής της προστασίας της μητρότητος.

Στα ανωτέρω ΠΔ προβλέπεται η μετακίνηση της εργαζομένης κατά νύκτα σε θέση ημέρας εφ’ όσον υπάρχει ανάγκη, η άδεια για τη διενέργεια προγεννητικών εξετάσεων κ.α. Για τις διευκολύνσεις εγκύων χειριστών  Ηλεκτρονικών  Υπολογιστών.

Θ.  Ίση μεταχείριση κλπ.

Τέλος με το άρθρο 3 του Ν. 3896/10 (με τον οποίο (αρθρ. 20) καταργείται ο Ν. 3488/06), « Εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών κλπ.» ορίζεται (παρ. 1) ότι απαγορεύεται κάθε μορφής άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φύλου, σε συσχετισμό ιδίως με την οικογενειακή κατάσταση (...).

Στην παρ. 1 του άρθρου 20 ορίζονται τα εξής:

«1. Δεν θίγονται με τον παρόντα νόμο ειδικές διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών που ρυθμίζουν θέματα προστασίας της εγκυμοσύνης και της μητρότητας ή την προστασία της πατρότητας ή την προστασία της οικογενειακής ζωής».

 Επίσης στην παρ. 2 του ιδίου άρθρου ορίζονται τα εξής:

«2.  Ο εργοδότης δεν μπορεί να αρνηθεί την πρόσληψη γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας.

Σε εργασίες όπου για την πρόσληψη απαιτείται η προσκόμιση ιατρικής βεβαίωσης, η έγκυος προσλαμβάνεται χωρίς την ιατρική αυτή βεβαίωση, εφόσον οι ιατρικές εξετάσεις που απαιτούνται είναι επικίνδυνες για την υγεία της ίδιας ή του εμβρύου. Στην περίπτωση αυτή, η προσκόμιση της ιατρικής βεβαίωσης γίνεται μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του ΠΔ 176/97 (ΦΕΚ 150 Α’) και του ΠΔ 41/03 (ΦΕΚ 44 Α’)».

Στο άρθρο 16 του νόμου αυτού ορίζονται τα εξής:

«Η εργαζόμενη που έχει λάβει την εκάστοτε ισχύουσα άδεια μητρότητος ή την ειδική άδεια του άρθρου 142 του Ν. 3655/08 δικαιούται, μετά το πέρας των αδειών αυτών, να επιστρέψει στη θέση εργασίας της ή σε ισοδύναμη θέση, με όχι λιγότερο ευνοϊκούς επαγγελματικούς όρους και συνθήκες, και να επωφεληθεί από οποιαδήποτε βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την οποία θα εδικαιούτο κατά την απουσία της».

Κατά την παρ. 3 του άρθρου 20 «η προστασία του άρθρου 16 ισχύει και για τούς εργαζόμενους που κάνουν χρήση οποιασδήποτε αδείας η οποία προβλέπεται για την γέννηση, ανατροφή ή υιοθεσία παιδιού». Τέλος στο άρθρο 18 του Ν. 3896/10 ορίζεται ότι «... συνιστά διάκριση και η λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση γονέων λόγω αδείας ανατροφής, φροντίδος, υιοθεσίας, αναδοχής παιδιού».


ΠΗΓΗ: Δελτίο Εργατικής Νομοθεσίας